Βαθμολογία

Είμαστε πρωταθλητές στην…αντιβίωση

Τη θλιβερή πρωτιά σε ένα φαινόμενο που περιγράφεται από τους επιστήμονες ως «πόλεμος που δεν μπορεί να κερδηθεί» κατέχει η Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία του ευρωπαϊκού κέντρου για την πρόληψη και τον έλεγχο των λοιμώξεων που δημοσίευσε προ ημερών η βρετανική Telegraph.

Στη χώρα μας, η οποία βρίσκεται στην πρώτη θέση ανάμεσα στις 27 χώρες της Ε.Ε., καταναλώνονται 35,1 εκατ. δόσεις αντιβιοτικών ετησίως, με την Κύπρο, τη Ρουμανία, το Βέλγιο και τη Γαλλία να ακολουθούν. Ομως η πολυφαρμακία συνδέεται με την ανθεκτικότητα ιών και βακτηρίων, η οποία αναμένεται εντός της δεκαετίας να καταστεί μη αντιμετωπίσιμη αν δεν αλλάξει δραστικά ο τρόπος οργάνωσης των συστημάτων υγείας και η πολιτισμική συνήθεια της κατανάλωσης φαρμάκων. «Η υπερκατανάλωση φαρμάκων συνδέεται με τις μίζες που έπαιρναν ή παίρνουν κάποιοι στα νοσοκομεία. Θα πρέπει να ξαναδούμε το θέμα των διαγωνισμών που διενεργούνται για την προμήθειά τους», λέει ο Δ. Βαρνάβας, πρώην πρόεδρος των νοσοκομειακών γιατρών (ΕΙΝΑΠ). Τόσο ο ίδιος όσο και πολλοί συνάδελφοί του εξηγούν πώς το ένα πρόβλημα οδηγεί στο άλλο. «Τα αντιβιοτικά πρέπει να δίνονται πάνω στο αντιβιόγραμμα κάθε ασθενή που νοσηλεύεται, ειδικά στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Τα περισσότερα εργαστήρια όμως είναι υποστελεχωμένα, με αποτέλεσμα να ασχολούνται μόνο με τις επείγουσες εξετάσεις και τις εξετάσεις αίματος», συμπληρώνει ο ίδιος.

Οι γιατροί επισημαίνουν ότι οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις δημιουργούν φαύλο κύκλο, αφού παρατείνουν τις ημέρες νοσηλείας ενός ασθενούς, με αποτέλεσμα τα ανθεκτικά στελέχη μικροβίων να διασπείρονται στους θαλάμους των ασθενών. «Η παρατεταμένη νοσηλεία οδηγεί σε ράντζα, τα ράντζα παρέχουν συνθήκες για εξάπλωση του προβλήματος», λέει η κ. Βαγγελιώ Λεμπέση, μικροβιολόγος στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού». Σύμφωνα με τις οδηγίες του ΠΟΥ, οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις μπορεί να περιοριστούν αν βελτιωθούν οι εγκαταστάσεις και προσληφθεί το απαραίτητο νοσηλευτικό προσωπικό. Στα νοσοκομεία, όπου και είναι οξύτερο το πρόβλημα, η ανθεκτικότητα κάποιων ιών όπως η πνευμονία έχει ανεβεί ακόμη και στο 25% σε σύγκριση με τα ποσοστά του 2000, οπότε και κινούνταν κοντά στο 0%. Ενας νεαρός πνευμονολόγος στην πανεπιστημιακή κλινική του Νοσοκομείου «Σωτηρία» περιγράφει την κατάσταση ως εξής: «Οταν δουλεύεις επί 30 ή 36 ώρες συνεχόμενα, χαλαρώνουν και τα μέτρα ασφαλείας που παίρνεις. Για παράδειγμα, δεν επιτρέπεται νοσηλευτές που εξυπηρετούν ασθενείς με ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις να πιάνουν με τα χέρια τους αρρώστους που έχουν εισαχθεί για άλλες αιτίες, όμως κι αυτό συμβαίνει. Επειτα, λείπουν φάρμακα και αναγκάζεσαι να συνταγογραφήσεις ό,τι υπάρχει διαθέσιμο στο φαρμακείο του νοσοκομείου».

Το υπουργείο Υγείας από την πλευρά του αναγνωρίζει το πρόβλημα, για το οποίο σχεδιάζονται ή υλοποιούνται στοχευμένες ενέργειες. «Απαιτείται επαρκές και καλά εκπαιδευμένο προσωπικό. Μέσω του ΚΕΕΛΠΝΟ έχουμε προσλάβει το κατάλληλο νοσηλευτικό προσωπικό για τις ΜΕΘ. Περαιτέρω, ετοιμάζουμε ένα κεντρικό σύστημα καταγραφής και εποπτείας. Χρειάζονται επιστημονικά στοιχεία για να σχεδιάσεις μια αποτελεσματική πολιτική αντιμετώπισης, τα οποία αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχουν», εξηγεί η κ. Χριστίνα Παπανικολάου, γενική γραμματέας Δημόσιας Υγείας του υπουργείου Υγείας. Στον σχεδιασμό της Γραμματείας είναι η αναλυτική καταγραφή και παρακολούθηση ανά μονάδα νοσοκομείου από τον Σεπτέμβρη, ώστε να εντοπιστούν αδυναμίες του συστήματος. Σε ημερίδα που διοργάνωσε προ λίγων ημερών το υπουργείο Υγείας για το θέμα, φάνηκε ότι το πρόβλημα δεν επηρεάζει μόνο την ποιότητα των υπηρεσιών, αλλά επιβαρύνει σοβαρά και τον κρατικό προϋπολογισμό. Σύμφωνα με έρευνα που παρουσίασε η κ. Ολγα Δαληγγάρου-Βιλαέτη, πρόεδρος του Δ.Σ. της Ελληνικής Εταιρείας Ελέγχου Λοιμώξεων, η ετήσια αύξηση του συνολικού κόστους νοσηλείας κυμαίνεται μεταξύ του 1 και 1,2 δισ. ευρώ ετησίως.

Πηγή: Η Καθημερινή
(Ματθαίος Τσιμιτάκης)