Βαθμολογία

Γολγοθάς η αδειοδότηση μιας επιχείρησης

Με απίστευτες ιστορίες γραφειοκρατικής τρέλας βρίσκονται αντιμέτωποι καθημερινά στην Ελλάδα όσοι τολμήσουν να δραστηριοποιηθούν στο επιχειρείν ή θελήσουν να επεκτείνουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, αφού μπορεί να χρειαστεί να περιμένουν ακόμα και 1.000 ημέρες μέχρι να πάρουν τις απαραίτητες άδειες.

Μόνο για την αδειοδότηση των επιχειρήσεων η σχετική νομοθεσία περιλαμβάνει 47 σχετικούς Νόμους, 11 Προεδρικά Διατάγματα, 19 Υπουργικές Αποφάσεις, 14 Βασιλικά Υγειονομικά και Προεδρικά Διατάγματα αλλά και 115 ρυθμίσεις γενικού ενδιαφέροντος ενώ ο χρόνος καθυστέρησης μέχρι να ξεκινήσει τη λειτουργία της η επιχείρηση μπορεί να φτάσει ακόμα και τα επτά χρόνια.

Παρά τις εξαγγελίες των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια για μείωση της γραφειοκρατίας το πρόβλημα παραμένει, και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ιδιαίτερα έντονο, με αποτέλεσμα τη μεγάλη καθυστέρηση ή και τη ματαίωση επενδύσεων μικρών αλλά και πολύ μεγάλων, που θα μπορούσαν να προσφέρουν νέες θέσεις εργασίας. Και αυτό σε μια χρονική περίοδο που η ανεργία καλπάζει.

Μόνο την τελευταία τριετία (όσο και ο χρόνος δηλαδή που καθυστερεί μία άδεια) η ανεργία αυξήθηκε κατά 15 μονάδες, από το 12,4% στο 27,45%, με τον αριθμό των ανέργων να έχει ξεπεράσει ήδη το 1,35 εκατ.

Τριάντα τρεις μήνες καθυστέρησε η αδειοδότηση για μια επένδυση μεταλλείου - εξορυκτικής δραστηριότητας η οποία θα έπρεπε, σύμφωνα με τον προβλεπόμενο χρόνο της θεσμοθετημένης προθεσμίας, να έχει ολοκληρωθεί σε 107 ημέρες.

«Είναι αδιανόητο από το ένα υπουργείο να χορηγούνται νόμιμες άδειες για τη λειτουργία βιομηχανικών εγκαταστάσεων και από το άλλο να υποδεικνύεται η διακοπή της λειτουργίας τους λόγω αλλαγής των χρήσεων γης», λέει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Αττικής και Πειραιώς Δημήτρης Μαθιός, και συμπληρώνει ότι η αντίφαση μεταξύ της πολιτικής πάταξης της γραφειοκρατίας και της εμπλοκής παράλληλων διαδικασιών από άλλη πολιτική οδηγεί μόνο σε αδιέξοδο.

ΟΙ «ΜΙΚΡΟΙ». Ομως δεν είναι μόνο οι μεγάλες βιομηχανίες που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Ακόμα και για επιχειρήσεις μικρότερης κλίμακας, όπως είναι τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος (εστίασης, πώλησης τροφίμων, ψυχαγωγίας κ.λπ.) οι καθυστερήσεις, σύμφωνα με επιχειρηματίες, φτάνουν και τους 7 μήνες. Το γεγονός αυτό δημιουργεί σημαντικό κόστος για τους επιχειρηματίες που, ενώ έχουν προχωρήσει στην ίδρυση της επιχείρησής τους, πληρώνουν ενοίκια και άλλα λειτουργικά κόστη, δεν είναι δυνατόν να ανοίξουν τις πόρτες τους για τους καταναλωτές εάν δεν πάρουν στα χέρια τους τις αναγκαίες υγειονομικές άδειες, για τις οποίες εμπλέκονται πολλές και διαφορετικές υπηρεσίες, από τους δήμους μέχρι την Πυροσβεστική.

«Πρόκειται για παράνοια. Για την αδειοδότηση μιας μικρής επιχείρησης που μπορεί να απασχολεί μόνο δύο άτομα, π.χ. ένα ζαχαροπλαστείο, εμπλέκονται υπηρεσίες όπως ο δήμος, ο ΕΦΕΤ, η Πυροσβεστική, που πολλές φορές καθυστερούν να εκδώσουν τις σχετικές άδειες ακόμα και 6 και 7 μήνες ανά περίπτωση», λέει ο Νίκος Σκορίνης, γενικός γραμματέας της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας.

Στην άποψή του συνηγορεί και ο Βασίλης Κορκίδης, πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά και πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου. Οπως προσθέτει, ενώ μετά τις αλλαγές που έγιναν την τελευταία διετία στην απλοποίηση των διαδικασιών ίδρυσης επιχειρήσεων έχουν μειωθεί δραστικά οι χρόνοι και πλέον μπορεί μέσα σε τρεις ημέρες να ανοίξει μια εμπορική επιχείρηση όπως αυτές της ένδυσης, της υπόδησης και άλλες σχετικές, δεν ισχύει το ίδιο για όσες επιχειρήσεις χρειάζονται υγειονομικές και περιβαλλοντικές άδειες.

ΤΑ ΡΕΚΟΡ

Η έκθεση του Παρατηρητηρίου Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος του ΣΕΒ που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Απρίλιο δείχνει τον Γολγοθά που αντιμετωπίζει όποιος ενδιαφέρεται να δημιουργήσει μια επιχείρηση στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης αυτής, ο μέσος χρόνος για την έκδοση μιας περιβαλλοντικής άδειας, η οποία είναι αναγκαία σε αρκετές περιπτώσεις μικρών αλλά και μεγάλων επενδύσεων, είναι δραματικά μεγάλος. Συγκεκριμένα, μία επένδυση που εντάσσεται στην κατηγορία που αφορά επενδύσεις με πολύ σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (Α1) φτάνει κατά μέσο όρο ακόμα και τις 674 μέρες (σχεδόν δύο χρόνια) όταν δεν θα έπρεπε να ξεπερνά τις 107 ημέρες (δηλαδή τους τρεις μήνες). Αλλά και στη χαμηλότερη κατηγορία (Α2), δηλαδή επενδύσεων με σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, οι καθυστερήσεις είναι τεράστιες. Ο συνολικός μέσος χρόνος ανέρχεται σε 357 ημέρες, αν και ο νόμος ορίζει ότι η άδεια θα πρέπει να εκδίδεται σε 82 ημέρες. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, το ρεκόρ καθυστέρησης έχουν οι εξορυκτικές δραστηριότητες με 925 ημέρες, ακολουθούν οι υδατοκαλλιέργειες με 611 ημέρες, τα λιμενικά έργα με 511 ημέρες και οι βιομηχανικές δραστηριότητες με 175 ημέρες.

Ομως και όταν μία επιχείρηση θέλει να τροποποιήσει την άδειά της χρειάζεται να οπλιστεί ο επιχειρηματίας με υπομονή. Ενδεικτικό είναι ότι η αντίστοιχη διαδικασία στις υδατοκαλλιέργειες φτάνει τις 736 ημέρες.

Η αδυναμία του Δημοσίου ακόμα και σήμερα να διακινεί τα αναγκαία έγγραφα ανάμεσα στις δικές του υπηρεσίες με ηλεκτρονικό τρόπο και όχι με το... χέρι, η πολυπλοκότητα των νόμων, η εμπλοκή πολλών και διαφορετικών υπηρεσιών δημιουργούν καθυστερήσεις που πέρα από το γεγονός ότι διπλασιάζουν τον χρόνο κοστίζουν και χρήμα για τις επιχειρήσεις. Είναι ενδεικτικό ότι μεσαία επένδυση σε βιομηχανία τροφίμων ύψους 2,5 εκατ. ευρώ σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο θα έπρεπε να έχει κόστος 37.000 ευρώ, όμως τελικά, λόγω των καθυστερήσεων, φτάνει να έχει διπλάσιο κόστος της τάξης των 63.000 ευρώ.

Την πληρώνουν και οι «μικροί»

Οι καθυστερήσεις δημιουργούν σημαντικό κόστος για τους επιχειρηματίες που, ενώ έχουν προχωρήσει στην ίδρυση της επιχείρησής τους, πληρώνουν ενοίκια και άλλα λειτουργικά κόστη, ενώ δεν είναι δυνατόν να ανοίξουν τις πόρτες τους για τους καταναλωτές εάν δεν πάρουν στα χέρια τους τις αναγκαίες υγειονομικές άδειες, για τις οποίες εμπλέκονται πολλές και διαφορετικές υπηρεσίες, από τους δήμους μέχρι την Πυροσβεστική.

Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ