Σοκ στην ελληνική αγορά αναμένεται να προκαλέσει η πρωτοφανής καθίζηση -όπως όλα δείχνουν- στη φετινή παραγωγή ελαιολάδου. Εκτιμήσεις για μείωση που θα ξεπερνά ακόμη και το 50% της παραγωγής σε ορισμένες από τις πλέον σημαντικές ελαιοπαραγωγικές περιοχές της χώρας, όπως είναι η Κρήτη, η Πελοπόννησος και η Λέσβος, αποτυπώνουν το μέγεθος του προβλήματος στη νέα ελαιοκομική περίοδο.
Το κυρίαρχο πρόβλημα με τη φετινή ελαιοπαραγωγή ακούει στο όνομα προβληματική καρπόδεση και σχινοκαρπία που οφείλεται στις καιρικές συνθήκες. Βέβαια, σύμφωνα με στελέχη του ΕΛΓΑ, στη μειωμένη φετινή παραγωγή συμβάλλει και το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας, δεδομένης της περσινής καλής παραγωγής.
Το φαινόμενο
Οπως εξηγούν, τα δέντρα τη μία χρονιά παράγουν το σύνολο της δυναμικότητάς τους, ενώ την επομένη η παραγωγή τους είναι αρκετά μειωμένη. Το φαινόμενο είναι πιο έντονο στους ξερικούς ελαιώνες. Βαρύ θα είναι το πλήγμα που θα υποστούν οι εξαγωγές, καθώς το ελαιόλαδο αποτελεί ένα εκ των βασικών εξαγώγιμων αγροτικών προϊόντων.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, υπάρχουν πολλές εταιρείες που έχουν συμβόλαια για εξαγωγές και εκ των πραγμάτων θα είναι δύσκολο να εκτελέσουν τις παραγγελίες λόγω της μειωμένης παραγωγής.
Πλήγμα θα υποστούν και οι ελαιοπαραγωγοί που θα δουν το εισόδημά τους να συρρικνώνεται. Οι αγροτικές οργανώσεις μάλιστα έσπευσαν στον ΕΛΓΑ για αποζημιώσεις.
Τα νέα, ωστόσο, από την πλευρά του ΕΛΓΑ δεν είναι ευχάριστα για τους παραγωγούς, διότι ο Οργανισμός επισημαίνει ότι δεν προβλέπεται αποζημίωση για ζημιές κατά το στάδιο της ανθοφορίας των ελαιόδεντρων, είτε πρόκειται για υψηλές θερμοκρασίες, είτε για λίγες βροχοπτώσεις, είτε για ισχυρούς ανέμους.
Η μοναδική περίπτωση να ενισχυθούν οικονομικά οι ελαιοπαραγωγοί είναι να εγκρίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το πρόγραμμα κρατικών-οικονομικών ενισχύσεων, που θα της υποβάλει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, ύστερα από συνεργασία με τον ΕΛΓΑ.
Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που συμπεριλαμβάνει τις ζημιές που γίνονται σε καλλιέργειες και οι οποίες δεν καλύπτονται ασφαλιστικά από τον ΕΛΓΑ.
Ωστόσο για να εγκριθεί η διαδικασία από την ΕΕ απαιτείται προηγουμένως να έχουν εξασφαλιστεί τα απαραίτητα κονδύλια, καθώς η ενίσχυση προέρχεται από εθνικούς και όχι από ευρωπαϊκούς πόρους.
Πάντως, ακόμα και αυτό το ενδεχόμενο δεν λύνει άμεσα τα προβλήματα των ελαιοπαραγωγών, αφού η διαδικασία προετοιμασίας και υποβολής του προγράμματος είναι χρονοβόρα και εκτιμάται ότι δεν είναι εφικτό να υπάρξει σαφές αποτέλεσμα σε λιγότερο από έναν χρόνο.
Ο υφιστάμενος κανονισμός του ΕΛΓΑ δεν μπορεί να καλύψει τη ζημιά που έχουμε από τη μειωμένη φετινή παραγωγή. Καλύπτει συγκεκριμένα φυσικά αίτια, παγετό, χαλάζι, πλημμύρες, καύσωνα, ανεμοθύελλα κ.λπ. Η μειωμένη, όμως, παραγωγή μπορεί να ενταχθεί σε Πρόγραμμα Κρατικών Οικονομικών Ενισχύσεων (ΠΣΕΑ).
Για να υπάρχει Πρόγραμμα Κρατικών Οικονομικών Ενισχύσεων θα πρέπει να πληρούνται κάποιες βασικές προϋποθέσεις. Να τεκμηριώνεται, δηλαδή, επιστημονικά από επιτροπή η απώλεια της παραγωγής ως αποτέλεσμα δυσμενών καιρικών συνθηκών και το ύψος της ζημιάς να είναι πάνω από 30% σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας σε σχέση με τον μέσο όρο της προηγούμενης τριετίας.
Επίσης, τα επίσημα μετεωρολογικά στοιχεία πρέπει να επιβεβαιώνουν ότι πράγματι είχαμε δυσμενή καιρικά φαινόμενα και, βεβαίως, να εγκριθεί η σχετική δαπάνη από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
Ο ανταγωνισμός
Παρά τη μειωμένη εγχώρια παραγωγή οι τιμές ελαιολάδου δεν εμφανίζουν σημαντική μεταβολή "ελέω Ισπανίας", η παραγωγή της οποίας σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής δεδομένα θα είναι ιδιαιτέρως αυξημένη.
Η Ισπανία είναι ο σημαντικότερος παίκτης της συγκεκριμένης αγοράς, καθώς σε αυτήν αντιστοιχεί το μισό της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου και τα μέχρι στιγμής δεδομένα δείχνουν πως η Ισπανία θα επιστρέψει σε μια καλή παραγωγή. Αυτό θα λειτουργήσει αντισταθμιστικά με τη μειωμένη παραγωγή στη χώρα μας και λογικά δεν θα γίνουμε μάρτυρες μεγάλης ανόδου τιμών στην Ελλάδα.
Αν και η περσινή ελαιοκομική περίοδος ήταν μια καλή χρονιά για τους Ελληνες παραγωγούς, με βασικά χαρακτηριστικά τη μεγάλη παραγωγή αλλά και τις ικανοποιητικές τιμές, οι μεγάλοι μας ανταγωνιστές Ιταλοί και Ισπανοί επιμένουν να πουλούν το δικό τους λάδι πιο ακριβά από το ελληνικό ελαιόλαδο.
Οι τιμές ελαιολάδου στην Ελλάδα είναι καλύτερες από τις περσινές, δεν παύουν να υστερούν από τις μέσες τιμές στην Ιταλία και την Ισπανία. Η διαφορά μάλιστα είναι τέτοια που φτάνουν οι Ισπανοί να πουλούν σήμερα σε υψηλότερες τιμές βιομηχανικά ελαιόλαδα και ραφινέλαια, από τις τιμές που πουλούν οι Ελληνες το πολύ καλύτερης ποιότητας παρθένο ελαιόλαδο.
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΥΠ. ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Σε υψηλότερα επίπεδα από το 2012 οι τιμές
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, η τιμή του έξτρα παρθένου ελαιολάδου κυμαίνεται κατά μέσο όρο από 2,46 ευρώ έως 2,70 ευρώ το κιλό, ενώ του παρθένου ελαιολάδου από 2,14 ευρώ έως 2,32 ευρώ το κιλό.
Σαφώς καλύτερες από τις περσινές τιμές, που κυμάνθηκαν από 1,86 ευρώ μέχρι 2,47 ευρώ στο έξτρα παρθένο και από 1,53 ευρώ έως 1,72 ευρώ στο παρθένο.
Εντούτοις, μόλις προ εβδομάδων η μέση τιμή χονδρικής του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στην Ιταλία έπεσε οριακά κάτω από τα 3,00 ευρώ ανά κιλό.
Στην Ελλάδα, η υψηλότερη μέση χονδρική τιμή έξτρα παρθένου ελαιολάδου την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου καταγράφηκε στη Σπάρτη και ήταν 2,80 ευρώ το κιλό, αλλά δεν μπορεί να θεωρηθεί σημαντικό σημείο αναφοράς, καθώς εκεί παράγεται ένα μικρό μέρος της ελληνικής παραγωγής ελαιολάδου.
Η μέση χονδρική τιμή του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στην Ισπανία είναι στα ίδια επίπεδα με αυτές του ελληνικού έξτρα παρθένου ελαιολάδου, ωστόσο το πλέον παράδοξο στοιχείο με τις τιμές καταγράφεται στα βιομηχανικά και ραφιναρισμένα έλαια της Ισπανίας, όπου οι τιμές τους είναι υψηλότερες από τις τιμές παρθένου ελαιολάδου στην Ελλάδα.
Μεγάλες διαφορές
Συγκεκριμένα, η μέση χονδρική τιμή του παρθένου ελαιολάδου στη Μυτιλήνη και την Κρήτη την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου διαμορφώθηκε στα 2,03 ευρώ το κιλό, όταν στην Ισπανία η μέση χονδρική τιμή του βιομηχανικού ελαιολάδου διαμορφώθηκε στα 2,39 ευρώ το κιλό, ενώ η μέση τιμή του ραφιναρισμένου ελαιολάδου άγγιξε τα 2,50 ευρώ.
Πηγή: Έθνος