Βαθμολογία

Να κλείσει γρήγορα η συμφωνία

Την ταχεία υλοποίηση της συμφωνίας με την τρόικα, στενή συνεργασία με τους εταίρους και να «τρέξει» μια εθνική αναπτυξιακή πολιτική με έμφαση στις μεταρρυθμίσεις, για την οριστική έξοδο της χώρας από την κρίση, ζήτησε χθες ο διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στην ετήσια γενική συνέλευση των μετόχων της.

Παρόντες ήταν ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης και οι αναπληρωτές υπουργοί Οικονομικών Νάντια Βαλαβάνη και Δημήτρης Μάρδας, καθώς και οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών.

Το μήνυμα του διοικητή της ΤτΕ ήταν ότι πρέπει να κλείσει γρήγορα η διαπραγμάτευση, σημειώνοντας πως «η ανάκαμψη είναι εύθραυστη και δεν επιτρέπεται εφησυχασμός».

Χαρακτήρισε την απόφαση του Eurogroup της 24ης Φεβρουαρίου ως «παράθυρο ευκαιρίας» που περιορίζει την αβεβαιότητα και δίνει στη νέα κυβέρνηση τη δυνατότητα να ολοκληρώσει μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούν, θέτοντας παράλληλα τις δικές της προτεραιότητες, σημειώνοντας πως «πρέπει να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους για να καταλήξουμε σύντομα σε μια αμοιβαίως επωφελή τελική συμφωνία».

«Την κρίσιμη αυτή στιγμή απαιτείται συντεταγμένη εθνική προσπάθεια, σε στενή συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς, για να διασφαλιστούν οι θυσίες των Ελλήνων και να συνεχιστεί η ανασυγκρότηση της οικονομίας, με στόχο τη διατηρήσιμη ανάπτυξη», τόνισε στην ομιλία του ο κ. Στουρνάρας. Και ζήτησε εθνική αναπτυξιακή πολιτική με έμφαση στις μεταρρυθμίσεις, για την οριστική έξοδο από την κρίση, επισημαίνοντας ότι η προοπτική ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για το 2015 παραμένει θετική αν και έχει αυξηθεί η αβεβαιότητα.

Στην ομιλία του ο κεντρικός τραπεζίτης υπογράμμισε πως οι ελληνικές τράπεζες έχουν επαρκή κεφαλαιακή βάση, αλλά χρειάζονται ρευστότητα προκειμένου να χρηματοδοτήσουν την οικονομική ανάπτυξη. Ενώ σχετικά με την άρση αποδοχής των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ, ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε ότι δεν δημιούργησε προβλήματα ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, και εκτίμησε ότι μετά τη συμφωνία παράτασης του προγράμματος η ΕΚΤ θα ξεκινήσει να αποδέχεται εκ νέου τους ελληνικούς τίτλους ως ενέχυρα.

Για την Τράπεζα της Ελλάδος τα μέτρα -άμεσης εφαρμογής- που θα ανοίξουν τον δρόμο προς την ανάκαμψη είναι τα εξής:

• Η ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που έχουν ξεκινήσει, η συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών και η ενίσχυση της «έξυπνης οικονομίας». Η στρατηγική των ιδιωτικοποιήσεων, η αξιοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ και η περαιτέρω απελευθέρωση επαγγελμάτων αποτελούν βασικούς μοχλούς.

• Η διασφάλιση των δημοσιονομικών επιτευγμάτων. Κομβικό σημείο είναι η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής με την εφαρμογή σύγχρονων τεχνικών φορολογικού ελέγχου βάσει συστημάτων ανάλυσης κινδύνου και η ενεργοποίηση του περιουσιολογίου.

• Η επανεξέταση του καθεστώτος των φοροαπαλλαγών και άλλων ευνοϊκών φορολογικών ρυθμίσεων, περιλαμβανομένων των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ. Ζητά την άρση διαφόρων εξαιρέσεων, εκτός αν αφορούν: κοινωνικές ομάδες που πλήττονται έντονα από την κρίση ή βρίσκονται σε συνθήκες φτώχειας και αναπτυξιακά κίνητρα.

• Η μείωση των φορολογικών συντελεστών και η επανεξέταση της αποδοτικότητας των δημόσιων δαπανών.

• Η αποτελεσματικότερη λειτουργία του κράτους. Σημείο αιχμής είναι η ενίσχυση της διαφάνειας και η εξασφάλιση της ισονομίας. Να μπει φραγή στα φαινόμενα διαφθοράς με χρήση αυτοματοποιημένων και απρόσωπων διαδικασιών κατά την επικοινωνία και τις συναλλαγές των πολιτών και των επιχειρήσεων με το Δημόσιο. Και ακόμα να προχωρήσει η ολοκλήρωση του κτηματολογίου.

• Η ενίσχυση των ενεργητικών πολιτικών στην αγορά εργασίας και μείωση του αριθμού των ανέργων, με αξιοποίηση και των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ.

Τα κλειδιά για την ανάκαμψη

Η αποτελεσματική διαχείριση των «κόκκινων» δανείων και η ομαλή χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας είναι επίσης βασικές προϋποθέσεις για την ανάκαμψη.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η αποτελεσματική διαχείριση των δανείων σε καθυστέρηση θα έχει θετικές και αλυσιδωτές επιδράσεις στη χρηματοδότηση της υγιούς επιχειρηματικότητας, καθώς η δυνατότητα των τραπεζών να δώσουν νέα δάνεια είναι αλληλένδετη με την ομαλή και έγκαιρη εξόφληση των υφιστάμενων δανείων.

Ωστόσο, επισημαίνεται ότι το μοντέλο διαχείρισης δεν θα πρέπει να δημιουργεί κίνητρα για αθέτηση οφειλών στους δανειολήπτες που έχουν δυνατότητα να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Ενώ θα πρέπει να υιοθετείται η καταλληλότερη, κατά περίπτωση, λύση και, εφόσον είναι δυνατόν, να συντελεί στην ελάφρυνση των δανειοληπτών που αποδεδειγμένα βρίσκονται σε πρόσκαιρη δυσχέρεια αποπληρωμής των υποχρεώσεών τους.

Καταθέσεις

Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση υπογραμμίζεται ότι οι τράπεζες έχουν επαρκή κεφαλαιακή βάση, αλλά οι πιέσεις που δέχεται η ρευστότητά τους -ιδίως κατά τους τελευταίους μήνες- παραμένουν έντονες. Το υπόλοιπο των καταθέσεων είναι σήμερα σημαντικά μικρότερο (στα 148 δισ. ευρώ στο τέλος Ιανουαρίου από 160,28 δισ. στο τέλος Δεκεμβρίου) σε σχέση με αυτό που υπήρχε πριν από την εκδήλωση της κρίσης, ενώ οι τράπεζες δεν έχουν ακόμη πρόσβαση στις αγορές χρήματος. Παράλληλα οι τίτλοι που γίνονται αποδεκτοί από την ΕΚΤ για άντληση ρευστότητας από το ευρωσύστημα έχουν περιοριστεί σημαντικά, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να χρηματοδοτούνται με υψηλότερο κόστος μέσω του έκτακτου μηχανισμού (ELA).

Πηγή: ΕΘΝΟΣ