Βαθμολογία

Φτου, ξελευτερία για όλους


ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΜΠΙΚΑ

Ανέμελα χρόνια. Τσούρμο μικρών παιδιών. Τρέξιμο στα σοκάκια της γειτονιάς. Σκισμένα γόνατα. Τρέχουν για να κρυφτούν. Χωρίς αποτέλεσμα όμως. Κι έμεινε μόνο ένας που με το μαγικό «ξόρκι» του μπορεί να ελευθερώσει όλη τη παρέα…

Oι «ηττημένοι» τον περιμένουν διακαώς. Όπως οι φτωχοί σε ένα μακρινό χωριό της Γηραιάς Αλβιόνας περίμεναν τον Ρομπέν των Δασών που θα τους μοίραζε τα αγαθά των πλουσίων.

Όμως, οι μικροί κατεργάρηδες δεν μένουν με σταυρωμένα χέρια. «Κρύο» φωνάζουν για να απομακρύνεται ο δικός του Κέβιν Κόστνερ, «Ζέστη» κι έπρεπε να έρθει στην κολόνα σαν αστραπή…

Γυρίσαμε αρκετά πίσω. Πάμε μπροστά πάλι. Φαινομενικά, η… κρυψώνα δεν ήταν τόσο καλή. Στο δικό μας… κρυφτό, αυτός που φυλούσε μας τσάκωσε και τώρα περιμένουμε τον δικό μας ήρωα. Να μας ελευθερώσει. Από την ανήθικη καθημερινότητα. Το ζοφερό μέλλον…

Εγκλωβισμένος κόσμος που διαπνέεται από αισθήματα ανασφάλειας και φόβου. Παρακολουθώντας ένα καλοστημένο γαϊτανάκι εξελίξεων. Είτε πολιτικό, είτε αθλητικό. Ένα βασανιστικό ντεμαράζ…

Κοσμάκης που στήνεται μπροστά από μια τηλεόραση για να δει ένα σημαντικό ελληνικό αγώνα ποδοσφαίρου ή ένα δελτίο ειδήσεων ή μια πολιτική εκπομπή με την ελπίδα ότι δεν θα αποδειχτεί φιάσκο η έκβαση. Ότι θα έχουν ψυχαγωγικό ή εποικοδομητικό χαρακτήρα. Τελικά, την πατούν όπως τα σπερματοζωάρια στην ταινία του Γούντυ Άλλεν που προπονούνται μια ζωή για το ποιο θα κερδίσει την κούρσα και θα γονιμοποιήσει το ωάριο κατά την διάρκεια της συνουσίας, και μόλις έρχεται η στιγμή της παλίνδρομης κίνησης, το σπερματοζωάριο που φτάνει πρώτο φωνάζει έντρομο σε όσα ακολουθούν την επική ατάκα: «Πίσω! Πέσαμε σε τσιμπούκι!».

Να με συγχωρούν οι κυρίες, αλλά είναι το επιεικέστερο παράδειγμα της απαράδεκτης καταστροφολογίας και της μιζέριας. Η εικόνα τόσο του αθλητισμού, όσο και της πολιτικής θυμίζουν έναν γέρο, βρόμικο και ατημέλητο, ημιμαθή που έχει αποδεχτεί την ήττα του, καταδικασμένος στον θάνατο. Εκτός αυτού, σε μια χαραμάδα της σπιλωμένης σκέψης του εμμένει ότι κάποιο θαύμα θα συμβεί και θα αντιστραφεί το όλο χάλι του…

Παρεμπιπτόντως, η μεμψιμοιρία δεν είναι καλός σύμβουλος. Αν δει κανείς όμως τα θετικά είναι ελάχιστα. Η ζυγαριά έχει γείρει ολοκληρωτικά προς τα αρνητικά. Χρειαζόμαστε ένα restart, όχι με ποδοσφαιριστές μοντέλα, όχι με βουλή καφενείο. Mε περισσότερες καλλιτεχνικές φλέβες κι όχι με ανθρώπους σκιάχτρα. Με συμμετοχή. Όχι με αγανάκτηση. Με ολιγάρκεια, όχι με ασυδοσία.

Εν ολίγοις, δεν πρέπει να μείνουμε για πάντα στους ένδοξους βράχους της Ακρόπολης και στα «ιερά» χώματα της Αμφίπολης. Αλλιώς θα είμαστε μια κακή γενιά που δεν δημιούργησε. Που δεν άφησε καμία κληρονομιά στους απόγονούς της. Παρά μόνο κακόγουστη μουσική, στιλάτες καφετέριες, ψευτοκουλτούρα. Θα είμαστε κλώνοι και κακέκτυποι άνθρωποι μιας άλλης εποχής.

Οι όμορφες αναμνήσεις του Ευρωπαϊκού στην Πορτογαλία, οι Ολυμπιακοί της Αθήνας, τα πούρα και η χλιδάτη ζωή ανήκουν χρονοντούλαπο της ιστορίας. Και πάντα θα υπάρχουν κάποιοι τύποι με βάρκες από τα Νησιά Φερόε, με φρεγάτες από την Τουρκία ή με πολυτελή αεροσκάφη από την Γερμανία που θα μας υπενθυμίζουν ότι είμαστε στον λάθος δρόμο.

Κι όπως είπε κάποτε ο Γιώργος Σεφέρης: «Πότε θα ανθίσουν τούτοι οι τόποι; Πότε θα έρθουν καινούργιοι άνθρωποι να συνοδεύσουν τη βλακεία στην τελευταία της κατοικία;».

«Ζέστη» λοιπόν...